γράφει ο Νίκος Παπακωνσταντόπουλος Δεν μπορούσε να διανοηθεί νοικοκυριό λίγες δεκαετίες πριν χωρίς τον αργαλειό του, για τον οποίο θα αναφε...
Δεν μπορούσε να διανοηθεί νοικοκυριό λίγες δεκαετίες πριν χωρίς τον αργαλειό του, για τον οποίο θα αναφερθούμε σε προσεχές άρθρο μας. Κάποια από τα εξαρτήματά του δεν μπορούσε να φτιάξει ή να επισκευάσει ο καθένας. Ένα από αυτά ήταν και το χτένι, που τόσο στην κατασκευή του, όσο και στην επισκευή του η μαστοριά του χτενά ήταν απαραίτητη.
«Κτείς υφαντικός» είναι η αρχαία Ελληνική ονομασία του χτενιού και αποτελείται από μια σειρά όμοια και λεπτά καλάμια, σε ίδιες αποστάσεις μεταξύ τους, μέσα από τις οποίες περνάνε μία-μία οι κλωστές του στημονιού. Ανάλογα με το υφαντό το οποίο προορίζεται να υφάνει, διαφέρει και η πυκνότητα, το μέγεθος και ο αριθμός των καλαμιών, δίνοντάς του έτσι και τον ιδιαίτερο χαρακτηρισμό του, όπως δωδεκάρι, δεκαεξάρι, εικοσάρι κλπ, με μεγαλύτερο το εξηντάρι.
Εκτός από κατασκευαστής και επισκευαστής των συγκεκριμένων αυτών εξαρτημάτων του αργαλειού ο χτενάς, συνήθως εμπορευόταν και κάθε τι που ήταν απαραίτητο στην ύφανση, το ράψιμο και στο πλέξιμο: μιτάρια*, ρουκέλες*, δρούγες*, σφοντύλια*, σαΐτες, κλωστές, βελόνες, βελονάκια κλπ. Γύριζε τα χωριά και τις γειτονιές με όλη αυτή την πραμάτεια, συμβάλλοντας στα προβλήματα κάθε νοικοκυράς. Το περισσότερο απαραίτητο υλικό και ανταλλακτικό, όμως, που είχε πάντα μαζί του, ήταν τα καλάμια, που τα έκοβε και επισκεύαζε με αυτά το κομμένο «δόντι» του χτενιού.

Ίσως να θυμάται αμυδρά η γενιά των σημερινών πενηντάρηδων τον τελευταίο πλανόδιο επαγγελματία χτενά, τον Πένταρχο, που γύριζε τα Καλαβρυτοχώρια με μια λινάτσα στον ώμο, έχοντας μέσα τα απαραίτητα της δουλειάς του, συμβάλλοντας και στην προίκα των κοριτσιών, μεταξύ άλλων.
Συνεχίζεται, με επόμενο θέμα τον κουρέα.
==========================
* Παραπέμπει στο «Καλαβρυτινό… λεξικό»:
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια