γράφει ο Νίκος Κυριαζής Η καθημερινότητά μας είναι οδυνηρή και γεμάτη δυσάρεστες εκπλήξεις. Σε ένα κράτος που μοιάζει όλο και περισσότερο χα...
Η καθημερινότητά μας είναι οδυνηρή και γεμάτη δυσάρεστες εκπλήξεις. Σε ένα κράτος που μοιάζει όλο και περισσότερο χαοτικό, με πολίτες που, όπως όλα δείχνουν, «τους αξίζει», ζούμε καθημερινά το γνώριμο «πιο χαμηλά δεν γίνεται». Ή, πιο λαϊκά, «πιο πάτο δεν γίνεται».
Κι όμως, το ερώτημα επιμένει. Και βασανίζει όσους εξακολουθούν να σκέφτονται με στοιχειώδη λογική. Αν έχουν απομείνει πολλοί τέτοιοι, ειλικρινά δεν ξέρω.
Τους τελευταίους μήνες η δημόσια σφαίρα κατακλύζεται από το αγροτικό ζήτημα, τους «φραπέδες», τους «ΟΠΕΚΕΠΕδες» και κάθε λογής λαμογιές που ξεπηδούν καθημερινά από παντού. Μπανανία. Αυτό είμαστε. Και το χειρότερο; Δεν πρόκειται για κάποιους μακρινούς, απροσδιόριστους «άλλους». Είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Κομμάτι του ίδιου μικρόκοσμου.
Και στα Καλάβρυτα το φαινόμενο δεν είναι ξένο. Διαπράττουμε εγκλήματα κατά της ιστορίας, με μυθοπλασίες, επινοήσεις και τελετές αυτοπροβολής, στο όνομα μιας τοπικιστικής εγωπάθειας που πολλές φορές βαφτίζεται «τιμή» και «μνήμη». Εφευρίσκουμε ιστορικά γεγονότα για να μπούμε «στο μάτι» του γειτονικού χωριού, αλλοιώνοντας την Ιστορία που υποτίθεται πως τιμούμε.
Βλέπουμε κάθε λογής «εκπρόσωπο» με ένα στεφάνι στο χέρι. Βλέπουμε, σε ώρες μυσταγωγίας και περισυλλογής, τα κινητά να παίρνουν φωτιά. Βλέπουμε τη ματαιοδοξία να φωτογραφίζεται μπροστά στο μνημείο, κρύβοντας το ίδιο το μνημείο.
Βλέπουμε πολιτευτές, άκου τίτλο που μόνο εμείς καταφέραμε να εφεύρουμε, να μετατρέπονται σε γυρολόγους ελπίδας, να τάζουν, να ποζάρουν, να «συμπάσχουν» και να βρίσκονται πάντα στην πρώτη σειρά των επισήμων.
Βλέπουμε δημόσιους υπαλλήλους, με εξασφαλισμένη θέση και μισθό, να αναζητούν ρόλο μέσα από διαπλοκές συμφερόντων και δημοσιογραφικά δεκανίκια. Βλέπουμε ένστολους να επενδύουν περισσότερο σε TikTok και «προσωπική προβολή» παρά στο καθήκον. Βλέπουμε δωρητές ανύπαρκτων συλλογικοτήτων... Βλέπουμε ιερείς να αυτοφωτογραφίζονται ακόμη και τη στιγμή των Αχράντων Μυστηρίων.
Βλέπουμε πολλά.
Αλλά δεν βλέπουμε αυτά που πρέπει.
Δεν βλέπουμε για παράδειγμα, βιβλιοθήκη στα Καλάβρυτα.
Δεν βλέπουμε κέντρο μελέτης της τοπικής και εθνικής ιστορίας.
Δεν βλέπουμε ουσιαστική πολιτιστική πολιτική, μόνο φολκλόρ, πανηγύρια και αναπαραγωγή του ίδιου κενού θεάματος.
Και κάπου εδώ, το πρόβλημα παύει να είναι απλώς πολιτικό ή διοικητικό. Γίνεται βαθιά ανθρωπολογικό. Γιατί, όπως έχει ειπωθεί, ο μηδενισμός της αλήθειας και η υποκατάστασή της από τις εγωτικές, ενστικτώδεις προτιμήσεις και επινοήσεις αποτελούν σημάδια παλιμβαρβαρισμού. Πρόκειται για μια ασύδοτη υπαγωγή του κοινωνικού αθλήματος στην τυφλή εγωπάθεια.
Εκούσια και πανηγυρικά ετοιμάζουμε έναν νέο τύπο ανθρώπου, άγευστο μητρικής στοργής και πατρικής βοήθειας, εκ προοιμίου θύμα της εγωπάθειας και της ακοινωνησίας.
Μέσα σε όλο αυτό το πανηγύρι, ο απλός πολίτης; Θεατής. Κουρασμένος, θυμωμένος, παραιτημένος. Μαθαίνει να χαμηλώνει τον πήχη των προσδοκιών του για να μη σπάσει το κεφάλι του. Μαθαίνει να λέει «δεν βαριέσαι» και «όλοι ίδιοι είναι», γιατί αλλιώς θα πρέπει να συγκρουστεί με μια πραγματικότητα που πονά.
Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο «αυτοί». Είναι και η ανοχή μας. Η σιωπή μας. Η συνήθεια. Η κανονικοποίηση του παραλόγου. Όσο συνηθίζουμε τον πάτο, τόσο πιο εύκολα βρίσκουμε κι άλλον από κάτω.
Και κάπως έτσι, στα Καλάβρυτα και όχι μόνο, συνεχίζουμε να απορούμε πώς γίνεται κάθε φορά να πιάνουμε «πιο χαμηλά».
Μόνο που τελικά… γίνεται. Και το ζούμε καθημερινά.
Ευχές για το νέο έτος
Καθώς λοιπόν μπαίνει ο νέος χρόνος, ας ευχηθούμε λιγότερες φιέστες και περισσότερη ουσία. Λιγότερα στεφάνια και περισσότερη μνήμη. Λιγότερο φολκλόρ και περισσότερη παιδεία.
Ας ευχηθούμε να ξαναβρούμε το θάρρος να βλέπουμε αυτά που πρέπει και όχι μόνο όσα μας βολεύουν.
Γιατί αν συνεχίσουμε έτσι, το ερώτημα δεν θα είναι αν «πιο χαμηλά γίνεται», αλλά αν θα υπάρχει πια έδαφος για να σταθούμε όρθιοι.



Δεν υπάρχουν σχόλια