HIDE

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

HIDE_BLOG

Breaking News

latest

ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ Γ. ΜΑΞΙΜΟΥ ΙΒΗΡΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ 1821

      ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ Γ. ΜΑΞΙΜΟΥ ΙΒΗΡΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ 1821      Παρουσίαση από τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο – Καμενιανίτη. Ο λόγιος μοναχός...

     ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ Γ. ΜΑΞΙΜΟΥ ΙΒΗΡΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ 1821
     Παρουσίαση από τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο – Καμενιανίτη.
Ο λόγιος μοναχός Γ. Μάξιμος Ιβηρίτης εκ Καμενιάνων Καλαβρύτων, αποτελεί πνευματικό κεφάλαιο για τον τόπο μας, με το ιδιαίτερο ερευνητικό, ιστοριοδιφικό, συγγραφικό και άλλο έργο του. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και την σεμνότητα και ταπεινότητα που τον διακρίνει, τούτο τον έχει καταστήσει την παρουσία του ανεκτίμητη ανά την Ελλάδα για την παρουσίαση ομιλιών του με θεματολογία ιστορική και θρησκευτική.
Η Μακεδονική γη και όχι μόνο, έχει την χάρη να απολαμβάνει ενίοτε τις ομιλίες του, για τις οποίες τον καλούν Πανεπιστήμια, Μητροπόλεις, Σύλλογοι, Σωματεία κλπ. Παράλληλα όμως αποτελεί και τον καλύτερο πρεσβευτή, για την διάδοση των ιερών αγώνων και του κλέους των Καλαβρυτινών προγόνων μας, που με θυσίες αξεπέραστες μπήκαν πρώτοι στον αγώνα του 1821 για τη λευτεριά του σκλαβωμένου γένους μας, μετά από τετρακόσια χρόνια τουρκικής σκλαβιάς.
Θ’ αποτελούσε ευτυχή συγκυρία να γινόμαστε κι εμείς - εδώ στο Κλεινόν Άστυ της Αθήνας, αλλά και στην αγιασμένη Καλαβρυτινή γενέτειράς μας – αυτήκοοι ακροατές και μυσταγωγοί των ομιλιών του.
Στις 19 και 20 Μαρτίου 2016 προσκαλεσμένος επίσημα σαν ομιλητής από τον οικείο Μητροπολίτη Καβάλας κ. Προκόπιο, ανέπτυξε εν μέσω πολυπληθούς ακροατηρίου και πιστών αντίστοιχα, δύο θέματα: α) Το πρώτο αφορούσε την εξέγερση του 1821 στα Καλάβρυτα, το Μοριά και όλη την Ελλάδα. β) Το δεύτερο τον πρώτο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως μετά την άλωση, Γεννάδιο Β΄Σχολάριο. Παραθέτουμε την ομιλία του αιτούντες συγνώμη, για τα αληθινά επαινετικά λόγια που χρησιμοποιούμε για κείνον και τα οποία είναι αντίθετα στον χαρακτήρα του, την σεμνότητα και την ταπεινοφροσύνη που τον διακρίνει.


Ὁμιλία Μοναχοῦ Μαξίμου Ἰβηρίτου (Νικολοπούλου)
εἰς τήν "Χριστιανικήν Ἕνωσιν Καβάλας
τήν 6/19 Μαρτίου 2016 μέ θέμα:
Ὁ Μωρέας καί ἡ μεγάλη συμβολή του
εἰς τήν Ἑλληνικήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821
Ἐκλεκτοί συμπατριῶται, φιλόχριστοι ἀδελφοί, φίλοι ἀκροαταί,
Ὁ δραστήριος Σύλλογος Πελοποννησίων Ν. Καβάλας "Θ.Κολο-κοτρώνης" καί ἡ ἐνταῦθα "Χριστιανική Ἕνωσις" εἶχον τήν ἔμπνευσιν νά μέ προσκαλέσουν δι' εὐλογίας τοῦ ἐπιτοπίου Ἱεράρχου κ. Προκο-πίου εἰς τήν περιώνυμον πόλιν σας, μέ πρωτοβουλίαν τοῦ ἐκλεκτοῦ φίλου συμπατριώτου διδασκάλου κ. Νικολάου Γεωργοπούλου, ἵνα ὁμιλήσω περί τῆς ἐνδόξου πατρῴας Πελοποννησιακῆς χώρας καί τῆς μεγάλης συμβολῆς της εἰς τήν Ἑλληνικήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821, λό-γῳ καί τῆς ἐπικειμένης ἐπετείου τῆς 25ης Μαρτίου. Ἀνταποκρινόμε-νος ὁ ὑποφαινόμενος εἰς τήν εὐγενῆ καί τιμητικήν ταύτην πρόσκλη-σιν, ἰδού εὑρίσκομαι μεθ' ὑμῶν μέ μεγάλην χαράν καί συγκίνησιν.
Ἡ Πελοπόννησος (νῆσος τοῦ Πέλοπος, Μωρέας ἤ Μορέας, σή-μερον κοινῶς Μωριᾶς) εἶναι ἡ νοτιωτάτη ἠπειρωτική χώρα τῆς χερ-σονήσου τοῦ Αἴμου, καθώς καί αὐτῆς τῆς Ἑλληνικῆς. Ἡ ἰδία δέ ἡ Πελοπόννησος ὡς χερσόνησος καί αὕτη, ἀνέκαθεν ἦτο ἡνωμένη μετά τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος διά τοῦ κατά τήν Κόρινθον Ἰσθμοῦ, ὅστις ἀπό τοῦ ἔτους 1893 διηνοίχθη εἰς διώρυγα, μήκους πέντε περίπου χλμ.
Ὑπό τοῦ γεωγράφου Στράβωνος καί ἄλλων ἀρχαίων ἱστορι-κῶν συγγραφέων, ἡ χώρα αὕτη ἐχαρακτηρίζετο ὡς " Ἑλλάδος ἀκρό-πολις" ! Τόν ἀνωτέρω χαρακτηρισμόν ἐδικαίωσεν, ὄντως, ἡ μεγάλη αὕτη χερσόνησος ἐν ὅλῳ τῷ ἱστορικῷ βίῳ αὐτῆς· ἄλλως τε αὕτη συγ-κεντρώνει τό ἐνδιαφέρον τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας ἀπό τῶν ἀρχαιο-τάτων ἐκείνων χρόνων τῆς φυλῆς μας.
Πολλάκις, κατ' ἔλλειψιν τῶν λέξεων νῆσος ἤ χώρα, ἡ Πελοπόν-νησος ὀνομάζεται ὑπό τῶν ἀρχαίων καί τῶν Βυζαντινῶν ἁπλῶς "ἡ Πέλοπος". Αἱ ἀρχαῖαι πηγαί μᾶς παραδίδουν καί ἀρχαιοτέρας ὀνο-μασίας τῆς χώρας ταύτης, ὅπως: Πελασγία καί Ἀπία..., "ἐκεῖνο μέν κατά τόν Πελασγόν, τοῦτο δέ κατά τόν Ἄπιν" (τόν μυθολο-γούμενον υἱόν τοῦ Δευκαλίωνος). Ὑπό τῶν ἀρχαίων ἐπίσης ἀναφέ-ρεται καί μέ τήν ὀνομασίαν " Ἀχαϊκόν Ἄργος". Ὅμως κατά τήν ἀρ-χαιότητα, ἡ χώρα ἐξαιρέτως ἐπεκράτησε νά ὀνομάζηται "τοῦ Πέλο-πος". Πρόκειται διά μίαν ὀνομασίαν, ἥτις δέν ἔπαυσε νά εἶναι ἐν χρή-σει καί κατά τόν Μεσαίωνα· ἤτοι, τῆς ἱστορικῆς ἐκείνης περιόδου ἀπό τοῦ διαμελισμοῦ τῆς Ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας μέχρι τῆς καταλή-ψεως τῆς ΚΠόλεως ὑπό τοῦ Μωάμεθ Β΄ (395-1453).
Ὁ μνημονευθείς παλαίφατος Πέλοψ, ἦτο ὁ μυθικός ἐκεῖνος ἥρως υἱός τοῦ Ταντάλου, κατά δέ τό Ὅμηρον υἱός τοῦ Ἑρμοῦ. Ὡς μή-τηρ αὐτοῦ ἀναφέρεται ἡ Κλυτία, ὑπ' ἄλλων ὅμως ἀρχαίων πηγῶν ἡ Εὐρυάνασα, ἡ Διώνη κ.λπ. Μία τοπική εἰσέτι παράδοσις εἰς τήν Ἤ-λιδα, ἀναφέρει ὅτι ὁ Πέλοψ ἦτο υἱός τοῦ Ἑρμοῦ καί τῆς Καλύκης, θυγατρός τοῦ Αἰόλου, ἐχούσης θνητόν σύζυγον τόν Ἀέθλιον, παλαι-ότατον βασιλέα τῆς Ἤλιδος. Ὡς τέκνα τοῦ Πέλοπος ἀναφέρονται ὁ Ἀτρεύς, ὁ Θυέστης καί ἄλλοι, πλεῖστοι δέ υἱοί καί θυγατέρες ἐξ ἄλλων γυναικῶν. Ἅπαντες δέ οὗτοι διεσκορπίσθησαν ὡς ἰσχυρότατοι παράγοντες ἀνά τήν Πελοπόννησον· κυρίως ὅμως ἐγκατεστάθησαν εἰς τάς Μυκήνας, ἔνθα ἐκυριάρχησαν ὡς Πελοπίδαι.
Ἀναφορικῶς μέ τήν ὀνομασίαν Μωριᾶς, ἔχουν γραφεῖ πολλά. Ὁ ἱστορικός Κωνσταντῖνος Παπαῤῥηγόπουλος παραθέττει διαφό-ρους ἀπόψεις εἰς τό ἔργον του " Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους" (βλ. τόμ. πέμπτος, ἐν Ἀθήναις 1874, σελ. 81-83), ὅπως: ἐπειδή τό προσοδο-φόρον καί τό μᾶλλον καλλιεργούμενον τῶν προϊόντων τῆς χερσο-νήσου ἦτο τό δένδρον μωρέα ἤ μορία (=μουργιά), ἐξ αὐτοῦ μετωνο-μάσθη ἡ Πελοπόννησος. Ἐπίσης, ὅτι τό ὄνομα εἶναι παραφθορά τῆς λέξεως ὡραία, ἤ παρήχθη ἔκ τινος, ἄδηλον πότε, ἐν Πελοποννήσῳ κατασταθείσης ἀποικίας Σαρακηνῶν, τούς ὁποίους καί Μαύρους ἤ Μώρους ὠνόμαζον ἀπό τοῦ μέσου αἰῶνος οἱ δυτικοί.
Πλειοτέραν προσοχήν δίδει εἰς τήν ἀπό τοῦ 16ου αἰ. προκύψα-σαν εἰς μέσον γνώμην, ὅτι ἡ λέξις Μωρέας παρήχθη δι' ἀναγραμμα-τισμοῦ ἐκ τῆς λέξεως Ῥωμαία. Τήν ἄποψιν ταύτην, ὡς πιθανωτέραν πασῶν τῶν ἄλλων, ὑποστηρίζει καί ὁ νεώτερος καί σοφώτατος ἱστο-ριογράφος τῆς φραγκικῆς κυριαρχίας Χόπφ, ὅστις ἀναφέρει συγγρα-φεῖς καί ἔγγραφα τοῦ 13ου καί 14ου αἰ., ἐν οἷς ἡ Πελοπόννησος ὀνο-μάζεται ἰδίως Ῥωμανία, καί ἐκ παραλλήλου "τό βασίλειον τῆς Ῥω-μανίας· ἤτοι, τό βασίλειον τοῦ Μωρέως"-καί πάλιν "ἡ χώρα τοῦ Μωρέως· ἤτοι, ἡ Ῥωμανία". Ἐκ τούτου συνάγεται, ὅτι ἡ Πελοπόννη-σος ἐλέγετο ἐνίοτε ὑπό τῶν δυτικῶν κατ' ἐξοχήν Ῥωμανία.
Ὁ Μέγας χαρτοφύλαξ καί χρονογράφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πα-τριαρχείου Μανουήλ Ἰ. Γεδεών, κρίνων τάς γνώμας τῶν γραψάντων περί τοῦ ὀνόματος: Παπαῤῥηγοπούλου, Πετρίδου καί Σάθα, λέγει τά ἑξῆς εἰς τό ὑπ' ἀριθ. 45 φύλλον τῆς ἐν ΚΠόλει ἐκδιδομένης " Ἐκ-κλησιαστικῆς Ἀληθείας" (6 Σεπτεμβρίου 1889):
"... ὁ κ. Πετρίδης ἔχει τό δίκαιον ὑπέρ αὐτοῦ, οὐδ ἔστιν ἀνάγκη νά θυσιάζωμεν χρόνον εἰς συζητήσεις περί τάς πλέον ἀφοῦ τό ὄνομα χωρίου τινός ἐν Τριφυλίᾳ, οὗ πλησίον, εἰς ἀπό-στασιν δέκα λεπτῶν, ἀνεκάλυψεν ἐρείπια βυζαντινῆς πόλεως, χω-ρίου καλουμένου ἀπό ἑκατοντάδων ἐτῶν Μοριοτάδες, ἐστίν ὁ ἄριστος χειραγωγός ὁδηγῶν ἡμᾶς εἰς τήν λύσιν· ἡ δημώδης αὐτό-θι παράδοσις, ἡ κατόπιν ἐξετάσεως ἐπιτοπίου κύρωσις τῶν λεγο-μένων τοῦ Παυσανίου κυρίως, τοῦ Θουκιδίδου καί τοῦ Ξενο-φῶντος, ἀποδεικνύει ὅτι κάλλιον Παπαρρηγοπούλου καί Σάθα καταστοχάζεται ὁ κ. Πετρίδης τῆς ἀληθοῦς τοποθεσίας τῆς πό-λεως Μορέας, ἐξ ἧς ὠνομάσθη καί πᾶσα ἡ Πελοπόννησος".
Διά νά ἐπανέλθωμεν, ἡ ὀνομασία Μωριᾶς, κατ' ἀρχάς δέν ἀνε-φέρετο εἰς ὅλην τήν Πελοπόννησον, ἀλλά μόνον εἰς ἕν τμῆμα αὐτῆς, τήν σημερινήν Ἠλείαν· καί τοῦτο κατά τό α΄ ἥμισυ τοῦ 12ου μ.Χ. αἰ-ῶνος. Καθιερώθη δέ ἀργότερον δι' ὅλον τό τμῆμα τῆς Πελοποννήσου, συγκεκριμένως κατά τήν πρώτην περίοδον τῆς Τουρκοκρατίας (1460 καί ἐφεξῆς). Πρῶτος δέ ἐκ τῶν Βυζαντινῶν συγγραφέων, ὅστις μετε-χειρίσθη τό ὄνομα Μωρέας εἶναι ὁ κατά τόν 14ον αἰ. ἀκμάσας ἱστο-ρικός Γεώργιος Παχυμέρης. Τήν χρῆσιν τοῦ ὀνόματος κάμνει καί ὁ Ἅγιος Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης εἰς τόν ἐν Ἑνετίᾳ ἐκδοθέντα "Θη-σαυρόν" αὐτοῦ τό 1603 ἤ καί ἐνωρίτερον, τό 1528, κατά τόν ἱστοριο-δίφην Κωνσταντῖνον Σάθαν (βλ. Νεοελληνική Φιλολογία, σελ. 153).
Συμφώνως μέ τούς εἰδικούς, ἡ Πελοππόννησος γεωλογικῶς ὑπέ-στη πολλάς μεταβολάς ἐξ ἀρχῆς. Εἰς αὐτήν ὑπάρχουν πολλά πετρώ-ματα, αἱ δέ παραλίαι αὐτῆς καί αἱ ἔφοροι πεδιάδες της ἔχουν σχημα-τισθῆ ἐκ διαφόρων προσχώσεων ποταμῶν καί θαλασσῶν. Ἐκ τῶν ὀρεινῶν ζωνῶν αὐτῆς, ὁ μέν Ταΰγετος καί ὁ Πάρνων εἶναι ἐκ τῆς λε-γομένης "ἀζωϊκῆς περιόδου", τά Ἀροάνια, ἡ Κυλλήνη, τό Ἀρτεμίσι-ον, τό Παρθένιον καί τό Μαίναλον ἐκ τῆς "μεσοζωϊκῆς περιόδου", τό δέ Παναχαϊκόν, ὁ Ἐρύμανθος, τό Λύκαιον καί ἡ Ἰθώμη ἐκ τῆς "ἠωκαινικῆς ἤ τριτογενοῦς περιόδου".
Ἡ Πελοπόννησος καλύπτει ἔκτασιν 22.201 τ.χλμ. Τό ἔδαφος αὐτῆς εἶναι ὀρεινόν κατά τό πλεῖστον, μέ πυρῆνα τό ὑψίπεδον τῆς Ἀρκαδίας. Τό κλῖμα αὐτῆς εἰς γενικάς γραμμάς εἶναι ἤπιον καί ὑγιει-νόν. Ποταμούς ἔχει τούς Εὐρώταν, Πάμισον, Ἀλφειόν, Πηνειόν, Λά-δωνα, Σελινοῦντα κ.ἄ. Κυριώτεραι πεδιάδες εἶναι ἡ Μεσσηνιακή, Τριφυλιακή, Ἠλειακή (μεγίστη), Ἀχαϊκή, Αἰγιακή, Κορινθιακή, Ἀργολική, τῆς Τριπόλεως, Μεγαλοπόλεως καί ἄλλαι μικρότεραι. Λίμνας ἔχει ὀλίγας καί μικράς. Ἐκ τούτων ἀναφέρομεν τάς σχετικάς καί μεγαλυτέρας, ὅπως Φενεόν, Στυμφαλίδα καί τάς μικροτέρας Ὀρ-χομενίαν, Καρυοτικήν καί Λέρνην, τῶν ὁποίων τά ὕδατα διαφεύγουν ὑπογείως μέσῳ καταβοθρῶν ἤ σχηματίζουν πηγάς ποταμῶν.
Ὅπως ἀνεφέρθη, κύριος πυρήν τῶν ὀρέων τῆς Πελοποννήσου εἶναι ἡ Ἀρκαδία. Τό ἔθνος τῶν Ἀρκάδων, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀριστο-τέλης καί ἄλλοι ἱστορικοί, κατῴκει εἰς πόλεις μέ αὐτόνομον πολιτι-κόν βίον καί κοινούς ἠθικούς δεσμούς. Ἐδῶ ἡ Δημοκρατία εἶχεν ἀν-θήσει πολύ ἐνωρίτερον ἐκείνης τῆς Δημοκρατίας τῶν Ἀθηνῶν. Ἡ Ἀρ-καδία ἦτο "ὁ παράδεισος τῶν ἀρχαίων". Εἶχε δέ ἱδρύσει πολλάς ἀποικίας. Τό ἀρχαῖον Λάτιον ἐν Ἰταλίᾳ, ἡ Κρῶμνα καί ἡ Τραπεζοῦς τοῦ Πόντου ἦσαν ἀποικίαι τῶν Ἀρκάδων ἀπό τῆς ἐποχῆς τῶν προϊ-στορικῶν χρόνων, ἤτοι ἀπό τάς ἐποχάς περί ὧν ὑπάρχουν ἀφηγήσεις.
Ἐκ τῆς Ἀρκαδίας, ἥτις κατελάμβανε τότε τό μεγαλύτερον μέρος τῆς Πελοποννήσου, μετεφέρθη καί ἡ λατρεία τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης εἰς τήν μεγαλώνυμον νῆσον Κύπρον, διό καί καλεῖται "νῆσος τῆς Ἀφρο-δίτης", ἐν δέ τῇ Ἀρκαδίᾳ εὑρίσκεται καί τό ὁμώνυμον Ἀφροδίσιον ὄρος. Ἀποίκησιν εἶχε καί εἰς τήν Κρήτην, μετά τήν καταστροφήν τοῦ Κρητικο-μυκηναϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ἐγκατάστασιν ἐπίσης εἰς τήν Κρή-την περί τό 1.400 π.Χ. εἶχον καί οἱ Ἀχαιοί, τῶν ὁποίων κατά τήν ἐπο-χήν ταύτην παρατηρεῖται μεγάλη ἀνάπτυξις καί ἐπέκτασις.
Πρός Β τῆς Ἀρκαδίας κεῖνται τά Ἀροάνια (Χελμός 2.355μ.), τά Χελυδόρεια καί ἡ Κυλλήνη (Ζήρια 2.375μ.). Πρός Α τό Ἀρτεμίσιον, τό Παρθένιον (Ῥοϊνό, Παρθένι 1.217μ.) καί ὁ Πάρνων (Μαλεβός 1.937μ.). Πρός τά ΝΔ τό Λύκαιον (Διαφόρτι 1.430μ.), πρός τά ΒΔ ὁ Ἐρύμανθος (Ὠλονός 2.224μ.), καί ἐν τῷ μέσῳ τό Ἀφροδίσιον (Ἅγ. Ἠλίας 1.359μ.), τό Μαίναλον (1.850μ.) μέ τάς παραφυάδας του, τό Φά-λανθον καί τό Θαυμάσιον (Μαδάρα 1.600μ.). Ἐν τῇ Μεσσηνίᾳ ἴδια ὄρη εἶναι τό Λυκόδημον (957μ.), ἡ Ἰθώμη (802μ.) καί τό Αἰγάλεον (1.141μ.)· ἐν τῇ Ἀχαΐᾳ τό Παναχαϊκόν (Βοδιᾶς 1.927μ.), καί ἐν τῇ Λα-κωνίᾳ τό ὑψηλότερον ὄρος τῆς Πελοποννήσου, ὁ Ταΰγετος (2.409μ.).
Ἡ Πελοπόννησος βρέχεται ἀπό Α ὑπό τοῦ Αἰγαίου πελάγους, σχηματίζοντος μεταξύ αὐτῆς καί τῆς Ἀττικῆς τόν Σαρωνικόν καί πε-ραιτέρω πρός Ν τόν Ἀργολικόν κόλπον, καθώς καί ἄλλους μικροτέ-ρους· ἀπό Ν ὑπό τῆς Μεσογείου θαλάσσης, ἔνθα οἱ κόλποι Λακω-νικός καί Μεσσηνιακός· ἀπό Δ ὑπό τοῦ Ἰονίου πελάγους, σχηματί-ζοντος τούς κόλπους Κυπαρίσσιον, Χελωνίτην καί Κυλλήνιον· ἀπό Β δέ ὑπό τοῦ Πατραϊκοῦ καί Κορινθιακοῦ κόλπου. Εἰς τό σύνολόν της εἶναι γεωγραφική χώρα, παράγουσα σταφίδα, οἶνον, δημητριακά, ὄ-σπρια, ἔλαιον, ἑσπεριδοειδῆ, σῦκα, κτηνοτροφικά εἴδη κ.ἄ. Διαιρεῖ-ται δέ αὕτη διοικητικῶς εἰς ἑπτά νομούς: Ἀχαΐας, Ἀρκαδίας, Ἀργο-λίδος, Κορινθίας, Ἠλείας, Μεσσηνίας καί Λακωνίας.
Οἱ ἀρχαιότατοι κάτοικοι τῆς Πελοποννήσου ὑπῆρξαν οἱ Δρύο-πες, Καύκονες, Λέλεγες καί προπαντός οἱ Πελασγοί (φερόμενοι οὗτοι ὡς αὐτόχθονες), ἀργότερον δέ οἱ Ἀχαιοί καί οἱ Ἴωνες, ἐπί τῶν ὁποίων ἀνεπτύχθη καί σπουδαιότατος πολιτισμός μέ κέντρον τάς Μυκήνας. Τόν 12ον π.Χ. αἰ., μέ τήν κάθοδον τῶν Ἡρακλειδῶν, διε-μορφώθη ἐν Πελοποννήσῳ νέα κατάστασις, καθ' ἥν ἐπεκράτησαν κατά τό μέγιστον μέρος της οἱ Δωριεῖς· οἱ δέ Ἀχαιοί, ἐν μέρει μέν παρέμειναν ὡς ὑποτελεῖς, ἐν μέρει δέ ἐτράπησαν πρός νότον, ὁπότε ἐξηνάγκασαν τούς ἐκεῖ ἐγκατεστημένους Ἰωνας νά μεταναστεύσουν εἰς τήν Μ. Ἀσίαν. Μεταξύ τῶν Δωριέων διεκρίθησαν οἱ Σπαρτιᾶ-ται, οἵτινες κατά τούς ἱστορικούς χρόνους κατώρθωσαν νά δημιουρ-γήσουν ἰσχυρότατον κράτος.
Ἐπί τῆς ἐποχῆς τῶν Μακεδόνων πολλαί ἐκ τῶν πόλεων τῆς Πελοποννήσου κατείχοντο ὑπ' αὐτῶν· ἡ δέ Ἀχαϊκή Συμπολιτεία, βοηθουμένη ὑπό τῶν Μακεδόνων, κατώρθωσε κατόπιν ἀγῶνος κατά τῆς Σπάρτης καί τῆς Αἰτωλικῆς Συμπολιτείας ἀπό τοῦ 191 μέχρι τοῦ 146 π.Χ. νά συγκεντρώσῃ ὑπ' αὐτήν ὁλόκληρον τήν περιοχήν της. Τό 146 π.Χ., ὅτε οἱ Ῥωμαῖοι ἐνίκησαν παρά τήν Λευκόπετραν (τοῦ ἰσθμοῦ τῆς Κορίνθου) τούς Ἀχαιούς, μετέβαλον τήν Πελοπόννησον εἰς ῥωμαϊκήν ἐπαρχίαν, ὑπό Ῥωμαῖον ἐπίτροπον.
Ὁ Χριστιανισμός διεδόθη εἰς αὐτήν ἀπό τῶν μέσων τοῦ 1ου αἰῶνος. Πρῶτοι κήρυκες τῆς Ἀληθείας ὑπῆρξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Παῦλος καί Ἀνδρέας· ἡ δέ ἀρχαιοτέρα Ἐκκλησία της ἦτο ἡ Ἀπο-στολική Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Εἰς τήν διάδοσιν ὅμως τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐν Πελοποννήσῳ μεγάλως συνέβαλον τά μέτρα τοῦ Μ. Θεοδοσίου, ὑπό τοῦ ὁποίου κατηργήθησαν καί οἱ Ὀλυμπιακοί Ἀ-γῶνες τό 393 μ.Χ.
Εἰς τήν σημερινήν ἐκκλησιαστικήν πραγματικότητα ἡ Πελοπόν-νησος περιλαμβάνει 11 Μητροπόλεις· ἤτοι: Κορίνθου, Ἀργολίδος, Μαντινείας/Κυνουρίας, Γόρτυνος/Μεγαλοπόλεως, Μεσσηνίας, Τρι-φυλίας/Ὀλυμπίας, Ἠλείας, Πατρῶν, Καλαβρύτων/Αἰγιαλείας, Μονεμβασίας/Σπάρτης, Γυθείου/Οἰτύλου.
Κατά τόν 3ον μ.Χ. αἰ. καί περί τά τέλη τοῦ 4ου αἰ. ἐγένοντο εἰς τήν Πελοπόννησον βαρβαρικαί εἰσβολαί τῶν Γότθων, ὑπό τόν Ἀ-λάριχον. Ἀπό τόν 6ον ἐπίσης αἰ. καί ἐφεξῆς ἠκολούθησαν ἄλλαι τοι-αῦται, νῦν ὑπό τῶν Σλάβων, Ἀράβων κ.ἄ., οἵτινες ἐγκατεστάθησαν μονίμως σχεδόν. Ἐξ αὐτῶν, ὅσοι τελικῶς παρέμεινον ἐνταῦθα ἀφω-μοιώθησαν καί γλωσσικῶς μέ τόν ὑπάρχοντα ἑλληνικόν πληθυσμόν.
Ἀπό τοῦ 9ου αἰ. ἡ Πελοπόννησος ἀπετέλεσεν ἴδιον Βυζαντινόν θέμα (=διοικητικήν διοίκησιν), τό ὁποῖον συνεχωνεύθη ἀργότερον μετά τῆς λοιπῆς Ἑλλάδος. Μετά τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως ὑπό τῶν Φρά-γκων τό 1204, οἱ ἱππόται Γοδεφρεῖδος Βιλλαρδουῖνος καί Γουλιέλ-μος Σαμπλίττης ἐκυρίευσαν τήν Πελοπόννησον καί τήν διῄρεσαν εἰς 12 βαρωνίας. Πρό τοῦ τέλους ὅμως τοῦ 13ου αἰ. οἱ Βυζαντινοί ἤρχισαν νά τήν ἀνακαταλαμβάνουν ὀλίγον κατ' ὀλίγον, ὥστε εἰς τάς ἀρχάς τοῦ 15ου αἰ. νά περιέλθῃ ἐξ ὁλοκλήρου καί πάλιν εἰς τάς χεῖ-ράς των. Ἐν τῷ μεταξύ, κατά τά τέλη τοῦ 14ου αἰ., ἀδείᾳ τοῦ Θεοδώ-ρου Α΄ Παλαιολόγου ἐγκατεστάθησαν εἰς τήν Πελοπόννησον διά στρατηγικούς λόγους 10.000 Ἀλβανοί, ὡς ἐπί τό πλεῖστον ποιμένες.
Δέον νά ἀναφερθῇ, ὅτι κατά τόν 14ον αἰ. συνεγράφη ἕν μακρόν καί ἐνδιαφέρον ἀπό ἱστορικῆς καί γλωσσικῆς σημασίας στιχούργημα, τό ὁποῖον ταιριάζει νά συσχετισθῇ μέ τόν Διγενῆν Ἀκρίταν. Πρόκει-ται διά τό "Χρονικόν τοῦ Μορέως", τό ὁποῖον ἀφηγεῖται μέ χρονο-γραφικόν τρόπον τήν κατάκτησιν τῆς Πελοποννήσου ὑπό τῶν Φράγ-κων μετά τήν τετάρτην Σταυροφορίαν· περιγράφει δέ μέ πλῆθος λε-πτομερειῶν τά ἐπεισόδια τῶν ἀγώνων αὐτῶν καί μᾶς δίδει ἐμμέσως τήν φραγκικήν ἱπποτικήν ζωήν τῶν χρόνων ἐκείνων ἐπάνω εἰς τά ἑλ-ληνικά ἐδάφη. Τό ἔργον ἔχει παραδοθῆ εἰς τέσσαρας παραλλαγάς: ἑλληνικήν, γαλλικήν, ἀραγωνιακήν καί ἰταλικήν.
Αἱ ἐπιδρομαί τῶν Τούρκων εἰς τήν Πελοπόννησον ἤρχισαν ἀπό τοῦ ἔτους 1423 καί διήρκεσαν μέχρι τοῦ 1458, ὅτε ἐξεστράτευσεν αὐτοπροσώπως ἐναντίον της ὁ Μωάμεθ Β΄ καί ὑπέταξε τό ἑλληνικόν αὐτῆς τμῆμα, αὐτό τό Δεσποτᾶτον τοῦ Μωρέως. Ἡ τουρκική αὕτη κατάκτησις τῆς Πελοποννήσου ὡλοκληρώθη τό 1479, ὅτε ἔπεσον εἰς τάς χεῖρας τῶν Τούρκων ἡ Μονεμβασία καί ἡ Κορώνη, αἵτινες κατεί-χοντο ὑπό τῶν Ἑνετῶν.
Τό 1685 ὁ Φραγκῖσκος Μοροζίνι, ἐπικεφαλῆς βενετικοῦ στό-λου καί στρατοῦ, κατώρθωσε νά ἀνακτήσῃ τήν Πελοπόννησον ἐντός τριῶν ἐτῶν, ἀλλά τό 1715 περιῆλθε καί πάλιν εἰς τούς Τούρκους. Μεγάλην καταστροφήν ὑπέστη ἅπασα ἡ Πελοπόννησος κατά τήν ἀτυχῆ ἐπανάστασιν τοῦ 1769, ὅτε οἱ ἀποσταλέντες 60.000 Μπεκιά-ρηδες καί Τσιάμηδες Τουρκαλβανοί πρός κατάπνιξιν τῆς ἐξεγέρσε-ως προέβησαν εἰς ἀπεριγράπτους λεηλασίας καί σφαγάς. Κατά τήν 10ετῆ παραμονήν των εἰς τήν Πελοπόννησον ἐφέρθησαν κακῶς οὐχί μόνον ἀπέναντι τῶν Χριστιανῶν, ἀλλ' ἀπέβησαν μάστιξ καί κατά τῶν ἰδίων τῶν Τούρκων κατοίκων. Αἱ δῃώσεις αὐτῶν ἦσαν τόσον καταστρεπτικαί, ὥστε μέγα πλῆθος ἐκ τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἠναγ-κάσθη νά ἐγκαταλείψῃ τό πάτριον ἔδαφος καί νά ἐγκατασταθῇ εἰς τήν Μικράν Ἀσίαν. Ἐκ τῆς μεγάλης ταύτης συμφορᾶς ἡ Πελοπόν-νησος ἐκλήθη ὑπό τοῦ λαοῦ "κατακαϋμένος Μωριᾶς".
Ἡ θλιβερά αὕτη προσωνυμία ἐνέπνευσεν εἰς τάς ἡμέρας μας τόν ἐκ Δεσινοῦ Ἀροανίας Καλαβρύτων ἀείμνηστον Πρωθιερέα Νικό-λαον Παπαδόπουλον νά συγγράψῃ καί ἐκδώσῃ ἐν Ἀθήναις ἐν ἔτει 1974 τό ὑπό τῆς Ἀκαδημίας τῶν Ἀθηνῶν βραβευθέν περισπούδαστον ἔργον του, ὑπό τίτλον: "Κατακαημένου Μοριᾶ σελίδες τοῦ 1821". Διά τόν χαλκέντερον Πρωθιερέα εἴχομεν τήν τιμήν καί εὐλογίαν νά συγγράψωμεν καί ἐκδώσωμεν τό 2004 ἰδιαίτερον πόνημα, καί προσέ-τι νά στήσωμεν εἰς τήν γενέτειραν αὐτοῦ ὀρειχαλκίνην προτομήν.
Λόγῳ τῶν πολλῶν κακουργημάτων διετάχθησαν τότε οἱ Τουρ-καλβανοί νά ἐκκενώσουν ἀμέσως τήν Πελοπόννησον, καί ἐπειδή δέν ὑπήκουσαν, ἡ Πύλη ἠναγκάσθη νά ἀποστείλῃ στρατόν πρός ἐξολό-θρευσίν των. Τά ἄγρια στίφη αὐτῶν ἠττήθησαν καί μία φοβερά πυ-ραμίς ἐκ 5.000 περίπου ἀλβανικῶν κεφαλῶν, συγκεκολλημένων δι' ἀσβέστου καί ἄμμου, ἐκτίσθη ἐν Τριπολιτσᾷ κατόπιν διαταγῆς τοῦ σουλτάνου, πρός παραδειγματισμόν καί ἐπίδειξιν· ἔφερε δέ αὕτη τουρκικήν ἐπιγραφήν, ἀπειλοῦσαν μέ θάνατον κατά παντός, ὅστις ἤθελε τήν καταστρέψει. Ἡ ῥηθεῖσα πυραμίς ἐσῴζετο μέχρι τοῦ 1807-1808, ὅτε κατῆλθεν εἰς τήν Πελοπόννησον ὁ δευτερότοκος υἱός τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, ὁ Βελῆ πασᾶς, καί ἐκρημνίσθη ὑπό τῶν ἀγάδων καί τῶν προεστῶν, καθ' ὑποβολήν καί χάριν τοῦ Ἀλβανοῦ πασᾶ.

Μίαν ὁλοφώτινον ἱστορικήν σελίδα, συνεχιζομένην ἕως σήμε-ρον, ἤνοιξε διά τήν Πελοπόννησον ἡ κατά μῆνα Μάρτιον τοῦ 1821 κηρυχθεῖσα εἰς αὐτήν θρυλική Ἐπανάστασις, ἥτις, κατόπιν πολυε-τοῦς Ἀγῶνος κατά τῶν Τούρκων, κατέληξεν εἰς τήν Ἀπελευθέρωσιν αὐτῆς καί ἄλλου μεγάλου τμήματος τῆς ἐνδόξου ἑλληνικῆς γῆς. Τήν ἐπέτειον τῆς νικηφόρου ταύτης Ἐπαναστάσεως τιμοῦν κατ' ἔτος οἱ Πανέλληνες μέ χαράν καί συγκίνησιν κατά τήν 25ην Μαρτίου.
Τήν λαμπράν καί δαφνοστεφῆ ταύτην ἡμέραν τό Γένος μας ἑορ-τάζει καί πανηγυρίζει μεγαλοπρεπῶς δύο μεγάλας ἑορτάς, μίαν θρη-σκευτικήν καί μίαν ἐθνικήν: α) τόν Εὐαγγελισμόν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπό τόν Ἀρχάγγελον Γαβριήλ, καί β) τήν ἐπέτειον τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Αἱ δύο αὗται ἑορ-ταί συνδυάζονται ἁρμονικῶς καί ἡ μία τονίζει τό νόημα καί τό περιε-χόμενον τῆς ἄλλης. Καί εἰς τάς δύο ταύτας ἑορτάς ἑορτάζομεν τήν ἀπόκτησιν τοῦ πολυτίμου ἀγαθοῦ τῆς ἐλευθερίας: τῆς πνευματικῆς μέ τήν θρησκευτικήν ἑορτήν, καί τῆς ἐθνικῆς μέ τήν ἐπέτειον τῆς ἐνάρ-ξεως τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος τοῦ 1821.

Μέ τήν θεσπεσίαν θεομητορικήν ἑορτήν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἑορ-τάζομεν τήν ἔναρξιν τῆς πραγματοποιήσεως τῆς προαιωνίου βουλῆς τοῦ Θεοῦ διά τήν ἀποστολήν τοῦ Υἱοῦ Του εἰς τόν κόσμον, ἵνα τόν ἐλευθερώσῃ ἀπό τῆς δουλείας τῆς ἁμαρτίας. Μέ τόν ἑορτασμόν τῆς ἐθνικῆς ἐπετείου τῆς 25ης Μαρτίου 1821, οἱ Πανέλληνες ἀποτίομεν φόρον τιμῆς πρός τούς πρωτεργάτας τῆς Ἑλληνικῆς Παλιγγενεσίας. Τοῦτο ἀποτελεῖ ἀσφαλῶς καθῆκον, ἀλλά καί θαυμασίαν εὐκαιρίαν δι' ἡμᾶς τούς ἀπογόνους τῶν ἡρωομαρτύρων τοῦ Γένους, ὥστε νά κοινωνῶμεν τῶν ἀνεκτιμήτων διδαγμάτων, τά ὁποῖα ἐκπηγάζουν ἀπό τά ἔργα, τάς δραστηριότητας καί τάς ἐπιτυχίας τῶν ἡρωϊκῶν Ἀγω-νιστῶν διά τήν ἐλευθερίαν τῆς τότε σκλαβωμένης Πατρίδος μας.
Εἶναι εἰς ὅλους γνωστόν, ὅτι τήν 29ην Μαΐου 1453 συνετέθη ἡ πλέον θλιβερά σελίς τῆς ἐθνικῆς, ἀλλά καί τῆς πνευματικῆς μας ἱστο-ρίας. Ἡ ΚΠολις καί ὁμοῦ ὁ ἑλληνικός πολιτισμός καί ἡ ἐλευθερία τῆς Ὀρθοδόξου σκέψεως ἐνεταφιάσθησαν κάτωθεν τῆς ὀθωμανικῆς τέ-φρας. Ἡ Βασιλεύουσα πόλις, τό κέντρον ἑνός κόσμου φωτός, ἐγένετο ἡ ἕδρα τῆς θηριωδίας, τῆς ἀμαθείας καί τῆς μεγαλοπρεποῦς ἀκαλαι-σθησίας. Ἡ μουσουλμανική καταιγίς ἐσάρωνεν ἄνευ οἴκτου ἑκάστην ἑστίαν πνευματικῆς θαλπωρῆς, εἰς μίαν ἀνιστόρητον προσπάθειαν καταστροφῆς τοῦ πατρογονικοῦ πολιτισμικοῦ μας πλούτου.

Ἡ νέα ὅμως ἡμερομηνία, ἡ 25η Μαρτίου 1821, ἀποτελεῖ διά τό Γένος τῶν Ἑλλήνων οὐχί μόνον ὁρόσημον ἡρωϊσμοῦ, αὐτοθυσίας καί θελήσεως, ἀλλά καί πάμφωτον φάρον, διά νά σηματοδοτῇ τήν ἰδικήν μας πορείαν εἰς τόν συνεχῆ καί ἐπίμονον ἀγῶνά μας ὑπέρ τῶν ἱερῶν καί ὁσίων τῆς φυλῆς μας.
Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάστασις τοῦ 1821 ὑπῆρξεν ἀσφαλῶς ἕν ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων εὐρωπαϊκῶν γεγονότων τοῦ 19ου αἰ., διότι ἀνέ-τρεψε τάς θέσεις τῆς " Ἱερᾶς Συμμαχίας" τοῦ 1814, ἤτοι τῶν ἀπολυ-ταρχιῶν τῆς Αὐστρίας, Ῥωσίας, Πρωσίας, Ἀγγλίας καί Γαλλίας, καί ἤνοιξε τήν ὁδόν τῶν ἐπαναστατικῶν καί κοινωνικῶν ἐξελίξεων εἰς τήν Εὐρώπην.
Καθώς γνωρίζομεν, ἡ Ἐπανάστασις τοῦ 1821 δέν ἤρχισεν ἀκρι-βῶς τήν 25ην Μαρτίου, ἀλλ' εἰς διαφόρους ἡμερομηνίας εἰς ἑκάστην περιοχήν. Ὁ ἀρχηγός τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας Ἀλέξανδρος Ὑψηλάν-της ἐκήρυξε τήν Ἐπανάστασιν εἰς τό Ἰάσιον τῆς Μολδαυΐας τήν 23ην Φεβρουαρίου 1821, μέ τό σύνθημα: "Μάχου ὑπέρ Πίστεως καί Πα-τρίδος", θέλων νά τονίσῃ δι' αὐτοῦ, ὅτι ὁ Ἀγών θά ἐγίνετο διά τά δύο μεγάλα μας ἰδανικά: τήν ὑπεράσπισιν τῆς χριστιανικῆς θρησκεί-ας καί τήν ἀπόκτησιν τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας. Παρόμοιον ἦτο καί τό σύνθημα τῶν Ἀγωνιστῶν, οἵτινες ἐπολέμουν: "Διά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν ἁγίαν καί τῆς Πατρίδος τήν ἐλευθερίαν".
Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντου εἰς τήν Μολδο-βλαχίαν κατεπνίγη ἀπό τάς ἰσχυράς τουρκικάς δυνάμεις καί ἔσβησε κατά τούς δύο πρώτους μῆνας. Καί εἰς ἄλλας περιοχάς ἡ Ἐπανάστα-σις κατεπνίγη εἰς τό αἷμα: Μακεδονίαν, Θεσσαλίαν, Ἤπειρον, Νή-σους τοῦ Αἰγαίου, Κρήτην καί Κύπρον. Μόνον εἰς τήν Πελοπόννη-σον ὁ Ἀγών ηὐδοκίμησε μέ πολλάς ἐπιτυχίας εἰς τήν ἀρχήν, καί ἔμελ-λε νά κρατήσῃ εἰς τό στρατιωτικόν καί διπλωματικόν πεδίον μίαν 10ετίαν περίπου, μέχρις ὅτου ὑπογραφῇ ἡ ληξιαρχική πρᾶξις τῆς γεννήσεως τοῦ Νεοελληνικοῦ Κράτους.
Ἡ ἐπιτυχία τῆς Ἐπαναστάσεως εἰς τήν Πελοπόννησον ὀφεί-λεται εἰς διαφόρους παράγοντας. Εἰς αὐτήν ἐβοήθησαν ἡ μορφολογία τοῦ ἐδάφους· ἡ μεγάλη ἀπόστασις ἐκ τῶν τουρκικῶν κέντρων· ἡ διαίρεσις τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ πρός φύλαξιν τῶν ῥωσοτουρκικῶν συνόρων, ἀντιμετώπισιν τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, καί τήν κατά τόπους κατά-πνιξιν τῶν διαφόρων ἐξεγέρσεων· ἐπίσης, ἡ εὐστροφία τῶν ἡγετῶν: Μητροπολίτου Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ, Ἐπισκόπου Κερνίτσης (καί Καλαβρύτων) Προκοπίου, Ζαΐμη, Χαραλάμπη, Λόντου, Θεο-χαροπούλου καί Φωτήλα, οἵτινες δέν ὑπήκουσαν εἰς τήν πρόσκλη-σιν τῆς τουρκικῆς διοικήσεως νά μεταβοῦν εἰς Τριπολιτσάν, διότι τούς ἐχρειάσθη ἡ Πατρίς ὡς ἀρχηγούς.

Τό μυστικόν τῆς ἐξεγέρσεως τό ἐγνώριζον οἱ Τοῦρκοι, διά τοῦ-το εἰς τάς ἀρχάς Μαρτίου τοῦ 1821 ἐκάλεσαν εἰς τήν Τριπολιτσάν διά σύσκεψιν ὅλους τούς ἀρχιερεῖς καί προκρίτους τοῦ Μωρέως. Ὅ-σοι ὑπήκουσαν, ἐκρατήθησαν ὡς ὅμηροι καί ὑπέστησαν πολλάς βα-σάνους. Προσῆλθον οἱ ἀρχιερεῖς: Μονεμβασίας Χρύσανθος, Ἀνδρού-σης Ἰωσήφ, Δημητσάνης Φιλόθεος, Ναυπλίου Γρηγόριος, Χριστια-νουπόλεως Γερμανός, Κορίνθου Κύριλλος, Ὠλένης Φιλάρετος καί μετ' αὐτῶν ὁ τῆς ἕδρας τοῦ πασᾶ Τριπολιτσᾶς Δανιήλ, 8 τῷ ἀριθμῷ.
Οἱ προσελθόντες προεστοί ἦσαν 16, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἐξ Ὀλυμπίας Παπαλέξης Οἰκονόμος. Οἱ ὅμηροι εἶχον μεθ' ἑαυτῶν τούς διακόνους αὐτῶν καί τούς ὑπηρέτας των. Τήν 18ην Ἀπριλίου 1821 ἐκλείσθησαν εἰς μίαν στενήν φυλακήν τῶν ὑπογείων τοῦ σεραγίου, καί ὁ εἷς μετά τόν ἄλλον ἐδέθησαν ἀπό τοῦ αὐχένος μέχρι τῶν ποδῶν δι' ἁλύσεων· μάλιστα διά νά ἐπαρκέσῃ ὁ χῶρος τῆς κρατήσεώς των ἐξετελέσθησαν ὁμαδικῶς 18 ὑπηρέται τῶν κρατουμένων. Ἐν τῇ φυ-λακῇ ἐβασανίσθησαν πολύ καί προεκλήθησαν εἰς αὐτούς πολλαί ἀσθένειαι, ὥστε κατά τήν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς τήν 23ην Σεπτεμ-βρίου 1821 νά ἐξέλθουν ἀληθινά ἐρείπια δύο ἀρχιερεῖς (ὁ Τριπολι-τσᾶς Δανιήλ καί ὁ Ἀνδρούσης Ἰωσήφ), 4 προεστοί καί ὁ διάκονος τοῦ Τριπολιτσᾶς Ἰωσήφ Ζαφειρόπουλος.

Ἡ Πελοπόννησος διέθετε τῷ καιρῷ ἐκείνῳ σπουδαίους ἄνδρας μέ πίστιν, τόλμην, ἀνδρείαν καί ἀγάπην πρός τήν Πατρίδα. Ἐκτός τῶν ὅσων προανεφέρθησαν, μνημονεύομεν εἰσέτι τούς μετά τόν ἐπι-φανέστερον τῶν ἀρματολῶν τῆ Πελοποννήσου Ζαχαριᾶν ἥρωας Κολοκοτρωναίους, μέ προεξάρχοντα τόν "Γέρο τοῦ Μωριᾶ" Θεό-δωρον Κολοκοτρώνην, τόν ἀήττητον Νικηταρᾶν, Ἀναγνωσταρᾶν, Ζαϊμαίους, Πετμεζαίους, Μαυρομιχαλαίους, Δεληγιανναίους, Πα-παφλέσσαν, Λεχουρίτην, ξενοχρῆστον, Στριφτόμπολαν, Κόσκο-ρην, Ἰνταρέν, κ.ἄ
Αἱ ἡμερομηνίαι τῶν ἐξεγέρσεων καί τῶν ἐπισήμων ἐπαναστάσε-ων μέ προκηρύξεις, ὑψώσεις ἐπαναστατικῶν σημαιῶν, δοξολογίας καί δεήσεις πρός τόν Ὕψιστον Θεόν ἤρχισαν ἀπό τά μέσα Μαρτίου 1821 εἰς τήν Πελοπόννησον, ἐνῷ εἰς ἄλλα μέρη τόν Ἀπρίλιον καί τόν Μάϊον τοῦ ἰδίου ἔτους. Ἀπό τούς πρωτεργάτας τῆς Ἐπαναστάσεως εἶχον ὡρισθῆ ἀρχικῶς τρεῖς διασταλτικαί ἡμερομηνίαι (25η Μαρτίου, 23η Ἀπριλίου καί 21η Μαΐου), ὅμως τόν ῥοῦν τῶν γεγονότων δέν ἠδυνήθη οὐδεμία δύναμις νά συγκρατήσῃ, διότι αἱ ἐπαναστάσεις ὁ-μοιάζουν μέ ὁρμητικά ῥεύματα, τά ὁποῖα συμπαρασύρουν τά πάντα εἰς τό διάβα των.
Ἐπίκεντρον ὅμως πάντων τούτων τῶν ἐξεγέρσεων ἐθεωρήθη ἡ 25η Μαρτίου, διότι τότε εἶχον ἀπελευθερωθῆ τά Καλάβρυτα καί ἡ Καλαμάτα, καί εἶχεν ἀρχίσει ἡ πολιορκία τῶν Τούρκων εἰς τό κά-στρον τῶν Πατρῶν. Ὁ ἀείμνηστος Δημητσανίτης ἱστορικός Τάσος Γριτσόπουλος, καλός γνώστης τῶν γεγονότων, εἶχε τονίσει εἰς μίαν ἐμπνευσμένην πανηγυρικήν ὁμιλίαν του εἰς τήν Ἁγίαν Λαύραν τῶν Καλαβρύτων, τά ἑξῆς:

"Τό 1821, διά ν' ἀποτινάξουν τόν βαρύν ζυγόν τεσσάρων αἰώ-νων, ἕναν ἐξαντλητικόν ἀλλ' ὑπέροχον Ἀγῶνα ὑπέρ τῶν πάντων, ἀνέλαβον ὅλοι οἱ Ἕλληνες, ὅλων τῶν γεωγραφικῶν διαμερισμά-των, ὅλων τῶν τάξεων καί κατηγοριῶν. Εἰς τόν Ἀγῶνα αὐτόν ἡ περιοχή τῶν Καλαβρύτων καί οἱ Καλαβρυτινοί ἐπρωτοστάτησαν. Δικαίως οἱ ἀπόγονοι ἐκείνων καί κολακεύονται καί ὑπερηφανεύον-ται".

Ἡ πρώτη ἐπίσημος ὁρκωμοσία τῶν Ἀγωνιστῶν φέρεται νά ἔλαβε χώραν τήν 17ην Μαρτίου 1821 εἰς τήν Ἁγίαν Λαύραν τῶν Κα-λαβρύτων, ἀνήμερον τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου, τοῦ ὁποίου ἡ τιμία κάρα εὑρίσκεται ἐκεῖ. Ἐκεῖ λοιπόν ἐτελέσθη πανηγυρική δοξο-λογία ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ καί τοῦ Ἐπισκόπου Κερνίτζης Προκοπίου, παρουσίᾳ πλήθους κόσμου. Κα-τά τήν διάρκειαν ἐπίσης τῆς ἀγρυπνίας εἰς τήν Ἁγίαν Λαύραν, 20 πρός 21 Μαρτίου 1821, ἀνέγνωσεν ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός τό κείμενον τῆς Διακηρύξεως πρός τόν Κλῆρον καί τούς πιστούς τῆς Πελοποννήσου διά τήν ἐπίσημον ἔναρξιν τῆς Ἐπαναστάσεως. Τά ξη-μερώματα τῆς 21ης Μαρτίου 1821 ὁ ἴδιος ὕψωσεν ὡς σημαίαν καί τό Λάβαρον τῆς Ἐπαναστάσεως, κάτωθεν τῆς αἰωνοβίου ἱστορικῆς πλατάνου τῆς Μονῆς, ἔνθα οἱ ἀγωνισταί ἔδωσαν τόν ὅρκον: "ἐλευ-θερία ἤ θάνατος". Ἀκολούθως ἐπετέθησαν κατά τῶν Τούρκων καί ἐλευθέρωσαν τά Καλάβρυτα.

Τά ἐν Καλαβρύτοις γεγονότα δέν εἶναι θρῦλος, εἶναι πραγματι-κότης. Ἡ ἐπί τῶν ἐκδουλεύσεων τῶν Ἀγωνιστῶν Ἐπιτροπή, ὑπό τόν Γενναῖον Κολοκοτρώνην, ἐπεβεβαίωσε διά τόν Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανόν, ὅτι "ὑπηρέτησεν ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τέλους τοῦ ἀγῶνος σπουδαίως, Ὑψώσας πρῶτος ἐν τῇ μονῇ τῆς Ἁγίας Λαύρας τήν σημαίαν τῆς Ἐπαναστάσεως" (βλ. ἀριθ. 53 τοῦ ἐν τῇ ἐθνικῇ βιβλιοθήκῃ ἀρχείου τῶν ἀγωνιστῶν).

Τήν μαρτυρίαν ταύτην ἐπιβεβαιοῖ ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Θε-όφιλος Βλαχοπαπαδόπουλος, ὅστις εἰς τήν Ἀναφοράν του πρός τήν Βουλήν τῶν Ἑλλήνων τόν Φεβρουάριον τοῦ 1871 διά τήν ἐκ τῆς Ὀδησσοῦ μετακομιδήν τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἐθνοϊερομάρτυρος Πατριάρχου ΚΠόλεως Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, ἔγραφε μεταξύ τῶν ἄλλων:

" Ὁ ὑποφαινόμενος Μητροπολίτης Ἀθηνῶν καί Πρόεδρος τῆς ἐπί ἐγέρσει μνημείου εἰς τόν Πατριάρχην τοῦτον ἐπιτροπῆς, ἐν καιρῷ δέ τοῦ μεγάλου ἀγῶνος ἀρχιδιάκονος τοῦ Ἀρχιποιμενάρ-χου Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ, ἀναπετάσαντος ἐν ἁγίᾳ Λαύρᾳ τήν τοῦ ἀγῶνος ἐκείνου ἱεράν σημαίαν, ἥν ηὐλόγησεν εὐθύς ἡ ἁγία δεξιά, καί καθηγίασεν ὕστερον τό ἅγιον αἷμα τοῦ Πατριάρχου..." (βλ. Πιλαβίου Γεωργίου Ν., Τά κατά τόν Πατριάρχην Γρηγόριον τόν Ε΄ (1821-1871), ἐν Ἀθήναις 1871, σελ. 110).

Τά ἴδια εἶπεν ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας Θεόφιλος Βλα-χοπαπαδόπουλος, εἷς ἐκ τῶν ἐπιζώντων ἀνδρῶν τοῦ 1821, εἰς τήν προσφώνησίν του τήν 25ην Ἀπριλίου 1871 εἰς τόν Σιδηροδρομικόν Σταθμόν τῶν Ἀθηνῶν, κατά τήν ὑποδοχήν τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Γεωργίου Α΄, τῆς βασιλίσσης Ὄλγας, πολλῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, θρησκευτικῶν, πο-λιτικῶν καί στρατιωτικῶν παραγόντων, καί πλήθους λαοῦ.

Τά γεγονότα ἐπεβεβαίωσεν ἡ ζωντανή παράδοσις ἐν Καλαβρύ-τοις καί οἱ αὐτόπται τῆς ὑψώσεως τῆς σημαίας ἀγωνισταί. Ταῦτα ἐπε-βεβαίωσαν οἱ πατέρες καί οἱ πάπποι μας. Ὁ ὁμιλῶν τυγχάνει ἀπό-γονος ἐξ αἵματος τοῦ θρυλικοῦ Καλαβρυτινοῦ ὁπλαρχηγοῦ τοῦ 1821 Ξενοχρήστου Καμενιανίτου, ὅστις κατά τήν παράδοσιν "ἦτο ἀπό τά πέντε πρῶτα σπαθιά τῆς Ἐπαναστάσεως". Συμφώνως μέ τόν προσφάτως εὑρεθέντα φάκελλόν του εἰς τήν Ἐθνικήν Βιβλιοθήκην Ἀ-θηνῶν (βλ.παλ.ἀριθ.μητρ.16342/αὔξ ἀριθ.χειρ.εὐρ.5106), ὁ ἥρως ἔλαβε μέ-ρος εἰς τήν πολιορκίαν τῶν Καλαβρύτων (ἀπό 17 Μαρτίου 1821 κατά τήν παράδοσιν), καί ἐφεξῆς εἰς ἄλλας μεγάλας μάχας· πολεμή-σας δέ παντοῦ μέ ἀπαράμιλλον ἀνδρείαν, ἔπεσεν ἐνδόξως εἰς τήν μά-χην τοῦ Πουρναροκάστρου Πατρῶν τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1822. Τόν ἥρωα ἐθρήνησεν ὅλος ὁ Μωριᾶς· ἀλλά περισσότερον ἡ Ἀχαΐα, ἡ Ἠλεία καί ἡ Ἀρκαδία. Ἡ Καλαβρυτινή λαϊκή μοῦσα συνέθεσε θαυ-μάσιον ποίημα διά τόν θάνατον αὐτοῦ, τό ὁποῖον ὁμιλεῖ ἐκ παρα-δρομῆς προφανῶς περί τοῦ ἡρωϊκοῦ του θανάτου "στῆς Πάτρας τό Καστέλι" (δηλ. εἰς Ῥῖον). Τό ἐν λόγῳ ᾆσμα ἄρχεται ὡς ἑξῆς:

"Τόν ΞΕΝΟΧΡΗΣΤΟ σκότωσαν
στῆς Πάτρας τό καστέλλι
καί 'κάτσαν καί τόν κλαίγανε
ὀκτώ καπεταναῖοι".
Τά διατρέξαντα ἐν Καλαβρύτοις ἐπιβεβαιοῖ τό ἔγγραφον τῆς ἱδρύσεως ἐπαναστατικῆς τοπικῆς κυβερνήσεως ἐν Σωποτῷ-Ἀροανίᾳ Καλαβρύτων τῆς 26ης Μαρτίου 1821 (πρβλ. Παπανδρέου Γεωργίου (Δ. Φ.-Γυμνασιάρχου), Ἱστορία τῶν Καλαβρύτων, Καλάβρυτα 2011, σελ. 25).
Ταῦτα ἐπιβεβαιοῖ ἡ πανελλήνιος φήμη καί ψυχολογία, ὅτι ὁ Γερμανός καί οἱ πρόκριτοι τῶν Καλαβρύτων ὕψωσαν τήν σημαί-αν τῆς Ἐλευθερίας ἐν τῇ Ἁγίᾳ Λαύρᾳ. Τά ἴδια ἐπιβεβαιοῖ τό ἐπίση-μον διάταγμα τοῦ Ὄθωνος τοῦ 1838, τοῦ καθορίσαντος τήν 25ην Μαρτίου ὡς ἐθνικήν ἑορτήν, συμβάλλοντος εἰς τοῦτο καί τοῦ θρη-σκευτικοῦ ἑορτασμοῦ τῆς ἡμέρας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.
Οἱ Καλαβρυτινοί, λοιπόν, πρῶτοι μεταξύ ἴσων, ἐκεῖ εἰς τήν Ἁ-γίαν Λαύραν ἐπρωτοστάτησαν. Τοῦτο τό ἐπληροφορήθη ὁ σουλτᾶ-νος καί ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας, μεταξύ ἄλλων, ἀπηγχόνισε τόν ἁγιώτα-τον Πατριάρχην ΚΠόλεως Γρηγόριον τόν Ε΄, τοῦ ὁποίου ἱερόν βλά-στημα ἐκ νεότητος ἦτο ὁ ἐθνεγέρτης Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός.
Μέ τό αἷμα τοῦ πρωτομάρτυρος τῆς ἑλληνικῆς ἐλευθερίας Ἁγί-ου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ ἐβάφη τήν 10ην Ἀπριλίου 1821 ἡ πανεθνική ἐξέγερσις τοῦ Γένους. Ὁ Γρηγόριος, ὅστις διά τοῦ εἰκονικοῦ ἀφορι-σμοῦ κατά τῶν ἐπαναστατῶν ἔῤῥιψε στάκτην εἰς τούς ὀφθαλμούς τῶν Τούρκων, ἵνα σώσῃ τό ἄοπλον Γένος ἐκ τῆς ἄνευ ἄλλου ὅρου γε-νικῆς σφαγῆς, ἦτο ἡ πηγή καί τό κέντρον τῆς ὅλης ἐθνικῆς κινήσεως· ἦτο, καθώς γράφει ὁ στρατηγός Μακρυγιάννης εἰς τά Ἀπομνημονεύ-ματά του, ἐκεῖνος ὅστις ἐστήριξε τό ἔργον τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καί τήν περιέσωσεν ἀπό τήν διάλυσιν.
Τήν 23ην Μαρτίου 1821 ἀπηλευθερώθη ἡ Καλαμάτα, ἀφοῦ ἀνεγνώσθη πρότερον μία ἄλλη Διακήρυξις, παρομοία ἐκείνης τῆς Ἁ-γίας Λαύρας Καλαβρύτων. Αἱ δύο αὗται προκηρύξεις, μέ τάς ὁποίας οἱ Ἕλληνες ἐδηλοποίουν ἀπεριφράστως τήν Ἐπανάσταστασιν αὐτῶν ἐναντίον τῶν Τούρκων, καί ὅτι εἶχον ἀποφασίσει νά ἐλευθερωθοῦν ἤ νά ἀποθάνουν, τάς ἔδωκαν εἰς τούς Προξένους τῶν Εὐρωπαϊκῶν Κρατῶν εἰς τάς πόλεις των. Οὕτω διεκηρύχθη εἰς ὅλον τόν κόσμον ἡ ἔναρξις τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, διά τήν ἀπόκτησιν τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας.
Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάστασις τοῦ 1821 διῆλθε διά πολλῶν κυμά-των, μέχρις ὅτου φθάσει εἰς αἴσιον τέλος. Κατά τό πρῶτον καί δεύτε-ρον ἔτος οἱ Ἕλληνες ἐκέρδισαν πολλάς νίκας εἰς τάς συγκρούσεις, αἵτινες ἔλαβον χώραν εἰς τήν Πελοπόννησον, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς καί τήν καταστροφήν τῆς μεγάλης στρατι-ᾶς τοῦ Δράμαλη εἰς τά Δερβενάκια. Τό ἴδιον συνέβη καί εἰς τήν Στε-ρεάν Ἑλλάδα, ἔνθα εἰς τάς χεῖρας τῶν Ἑλλήνων περιῆλθον πόλεις τινές καί κάστρα τῶν Τούρκων. Τό 1823 ὑπῆρξε μία κάμψις τοῦ Ἀγῶ-νος ἐξ αἰτίας τῶν ἀντιπαραθέσεων, στρατιωτικῶν τε καί πολιτικῶν, αἵτινες ὡδήγησαν εἰς ἐμφυλίους συγκρούσεις τό 1824 καί 1825, καί ἔβαλον εἰς κίνδυνον τά ὅσα εἶχον κατακτηθῆ μέχρι τότε. Τά πράγμα-τα ἐγένοντο δυσκολώτερα μέ τήν ἀποβίβασιν τοῦ Αἰγυπτίου σατρά-που Ἰβραήμ πασᾶ εἰς τήν Πελοπόννησον τό 1825, τήν πτῶσιν τοῦ Μεσολογγίου τό 1826 καί τῆς Ἀκροπόλεως τό 1827. Ἡ ἐπακολου-θήσασα ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου τό 1827 καί ἡ κατά τό ἑπόμενον ἔτος 1828 ἄφιξις τοῦ Ἰωάννου Καποδιστρίου εἰς τήν Ἑλλάδα, ἔδω-σαν νέαν πνοήν εἰς τόν Ἀγῶνα.
Ἐπειδή ὁ χρόνος δέν ἐπαρκεῖ διά νά ἀναφερθῶμεν εἰς ὅλας τάς μάχας καί τά κατορθώματα τῶν Μωραϊτῶν ἀγωνιστῶν, ἵνα φανῇ πλειότερον ἡ τεραστία προσφορά εἰς τόν Ἱερόν Ἀγῶνα τοῦ 1821 τῆς κατά τήν σήμερον τιμωμένης Πελοποννήσου, εἰς ἐπίῤῥωσιν μνημονεύ-ομεν τήν τελευταίαν στροφήν τοῦ πατριωτικοῦ ᾄσματος τοῦ ἔπους τοῦ '40 τῆς Ἑλληνίδος ἡρωΐδος Σοφίας Βέμπο, λεγούσης:
"Γειά καί χαρά σας μωραΐτες ἀδελφοί,
πού ἡ μάν' ἄν δέν σᾶς ἐγέννα,
οὔτ' Ἅγια Λαύρα θά 'χαμε, οὔτε Είκοσιένα! ".
Ὁμολογουμένως, εἰς τήν Πελοπόννησον συνετρίβη ἡ κεφαλή τοῦ ὄφεως-τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, καί εἰς τήν λοιπήν Ἑλ-λάδα ἡ σπονδυλική του στήλη. Δέν εἶναι δέ τυχαῖον τό γεγονός, ὅτι ἀπό τῆς Ἀπελευθερώσεως καί ἐντεῦθεν, Τοῦρκος εἰς τήν Πελοπόννη-σον δέν ἐπάτησεν ἐπί πολλάς δεκαετίας· ἀλλά καί σήμερον ἡ χώρα αὕτη δέν εἶναι προσφιλής εἰς αὐτούς. Προφανῶς τούς ἐκδιώκουν ἀκό-μη ὁ φόβος τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἐπαναστάσεως Θεοδώρου Κολοκο-τρώνη, καί ὁ ἔλεγχος διά τόν φόνον τοῦ ἐπίσης Μωραΐτου Ἐθνοϊερο-μάρτυρος Πατριάρχου ΚΠόλεως Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, ὁ θάνα-τος τοῦ ὁποίου ἐστοίχισε τό ἥμισυ τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας διά τούς Τούρκους ἱστορικούς, καί τό ἥμισυ τῆς ἐπιτυχίας τῆς Ἑλλη-νικῆς Ἐπαναστάσεως διά τούς Ἕλληνας ἱστορικούς.
Τόν ἐπίλογον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 ἔγραψεν ὁ αὐτάδελφος τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντου, Δημήτριος Ὑψηλάν-της, μέ τήν μάχην τῆς Πέτρας τήν 12ην Σεπτεμβρίου 1829. Κατά τόν 10ετῆ ἐκεῖνον Ἀγῶνα εὗρον τόν θάνατον 800.000 Ἕλληνες, ἐπί συνό-λου, ἐάν περιορισθῶμεν εἰς τόν ἑλλαδικόν χῶρον, 2.500.000 ψυχῶν. Ἑπομένως, τήν Ἑλληνικήν Ἐπανάστασιν, διά νά τήν ὁρίσῃ τις, πρέ-πει νά τήν γνωρίσῃ "ἀπ'τήν κόψη τοῦ σπαθιοῦ τήν τρομερή".
Ὁ Μακρυγιάννης ἔχει γράψει μέ τόν αὐθεντικόν του λόγον εἰς τά Ἀπομνημονεύματά του, ὅτι "... αὐτά τά Μοναστήρια ἦταν τά πρῶτα προπύργια τῆς ἐπανάστασίς μας. Ὅτι ἐκεῖ ἦταν καί οἱ τζεμπιχανέδες (πυριτιδαποθῆκες) μας καί ὅλα τά ἀναγκαῖα τοῦ πολέμου· ὅτ' ἦταν παράμερον καί μυστήριον ἀπό τούς Τούρκους".
Οἱ ἁπλοῖ κληρικοί συνεκρότησαν εἰς τάς ἐνορίας των ἔνοπλα σώματα, ἐτέθησαν ἐπικεφαλῆς καί ἔλαβον ἐνεργόν μέρος εἰς τήν ἐξέ-γερσιν. Ἄλλοι ἐξ αὐτῶν ἀφῆκαν τήν τελευταίαν των πνοήν εἰς τό πε-δίον τῆς τιμῆς καί ἄλλοι ἐμαρτύρησαν εἰς τάς χεῖρας τῶν Τούρκων. Ὁ ἀπαγχονισμός τοῦ Πατριάρχου Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ ὑπό τῶν Τούρκων, ἀποτελεῖ τό ἰσχυρότερον τεκμήριον τῆς προσφορᾶς τοῦ Κλήρου πρός τήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821 καί τό Ἑλληνικόν Ἔθνος, πέραν ἐκείνων τῶν ἄλλων 11 Πατριαρχῶν, 100 Ἐπισκόπων καί 6.000 περίπου Κληρικῶν, οἵτινες εἶχον ἀπαγχονισθῆ ἤ ἀποκεφαλισθῆ ἕως τότε ὑπό τῶν κατακτητῶν. Δύο δέ ἐπίσκοποι, ὁ Σαλώνων Ἡσαΐας καί ὁ Ῥωγῶν Ἰωσήφ, ἐφονεύθησαν εἰς τάς πολεμικάς ἐπιχειρήσεις.
Ὅταν, τελικῶς, ἀπεκτήθη κατόπιν πολλῶν ἀγώνων καί θυσιῶν ἡ πολυπόθητος ἐλευθερία, εἰς πολλά μέρη ἤρχισαν νά τιμοῦν τήν ἐπέ-τειον τῆς κηρύξεως τῆς Ἐπαναστάσεως κατά τήν ἑορτήν τοῦ Εὐαγ-γελισμοῦ. Τό ἔθιμον τοῦτο ἐπεκράτησε παντοῦ καί τό 1838 ὁ βασιλεύς Ὄθων τό ἐπεκύρωσε μέ Βασιλικόν Διάταγμα, μέ τό ὁποῖον ὥρισεν ὡς ἐθνικήν ἐπέτειον τήν 25ην Μαρτίου. Τότε ἑωρτάσθη πανελληνίως καί μέ πανηγυρικόν τρόπον ἡ ἐπέτειος τῆς ἐθνικῆς μας ἀνεξαρτησίας. Ἐπίσης, πανηγυρικῶς ἑωρτάσθη τήν 25ην Μαρτίου 1871 ἡ ἐπέτειος τῶν 50 χρόνων ἀπό τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Κα-τόπιν, τήν 25ην Μαρτίου 1930 ἑωρτάσθησαν τά 100 ἔτη τῆς ἐθνικῆς μας ἐλευθερίας, μέ πολλάς πανηγυρικάς ἐκδηλώσεις εἰς ὅλα τά μέρη τῆς Ἑλλάδος, καθώς καί ἀπό τούς Ἕλληνας τοῦ ἐξωτερικοῦ, κυρίως τῆς Ἀμερικῆς. Τό 1971 ἑωρτάσθησαν τά 150 ἔτη ἀπό τήν κήρυξιν τῆς Ἐπαναστάσεως, ἐγένοντο δέ πολλαί ἐκδηλώσεις καί ὁμιλίαι, καί ἐξε-δόθησαν πολλά ἀξιόλογα βιβλία.
Ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παναγίας μας ἐταυτίσθη πλέον εἰς τήν συνείδησιν τῶν Ἑλλήνων μέ τήν ἐπέτειον τῆς ἐθνικῆς μας ἀπε-λευθερώσεως. Ἡ ἐπέτειος αὕτη πρέπει νά μᾶς θυμίζῃ τά ἰδανικά, διά τά ὁποῖα ἠγωνίσθησαν οἱ ἔνδοξοι πρόγονοι ἡμῶν τό 1821, καί ἀσφα-λῶς ἀποτελοῦν ταῦτα τήν βάσιν τοῦ Νεοελληνικοῦ Κράτους καί τοῦ Νεοελληνικοῦ Πολιτισμοῦ.
Ἡ ἐθνική ἑορτή τῆς 25ης Μαρτίου ἀποτελεῖ, δίχως ἕτερον, τήν πλέον λαμπράν, τήν πλέον φωτεινήν ἴσως σελίδα εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Αὕτη κρύπτει ἔσωθεν καί τό Μυστήριον τῆς χα-ρᾶς, τῆς ἀναγεννήσεως, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἐλπίδος δι' ἕνα καλύ-τερον κόσμον. Ἕνα κόσμον, τόν ὁποῖον μερικοί ἐπιθυμοῦν νά εἶναι ἐλεγχόμενος καί καθοδηγούμενος. Πρός τοῦτο ἔχουν ἐξαπολύσει παγ-κοσμίως πράκτορας τῆς παραπληροφορήσεως, ὥστε νά δημιουργοῦν θύματα ἰδεολογικῶν προπαγανδῶν καί μονομερῶν θεωρήσεων τῆς ἱστορίας τῶν λαῶν.
Εἰς τό ἐπίκεντρον τοῦ ἀνιέρου τούτου σχεδίου εὑρίσκεται ἀπό ἐτῶν καί ἡ Ἑλλάς. Ἀπό τήν μεταπολίτευσιν καί ἐντεῦθεν ἐνεφανίσθη εἰς τήν Πατρίδα μας ἕν κίνημα μοντέρνου ἀθεϊσμοῦ, τό ὁποῖον δια-στρέφει τά γεγονότα καί ἐπιχειρεῖ νά σβύσῃ τόν ἱστορικόν ῥόλον τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀμφισβητήσῃ τήν ἑλληνορθόδοξον ταυτότητα τοῦ λαοῦ μας. Εἰδικώτερον, ἐμφανίζεται μία προσπάθεια καταγραφῆς καί ἀποτυπώσεως μιᾶς ἄλλης "ἱστορίας", σχετικῶς μέ τήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821 καί οὐχί μόνον. Μιᾶς ἱστορίας διαφορετικῆς ὡς πρός τά γε-νεσιουργά αἴτια καί ἀλλοτρίων προσεγγίσεων ὡς πρός τά πρόσωπα καί τούς πρωταγωνιστάς τῆς ἐποχῆς. Μέ τό ἴδιον πνεῦμα κινούμενοι οἱ σύγχρονοι νυκτικόρακες, ὀπαδοί τοῦ κακοδόξου δυτικοῦ δια-φωτισμοῦ, ἐπιχειροῦν νά διαστρέψουν καί τούς ἄλλους νικηφόρους Ἀγῶνας τῶν Ἑλλήνων.
Ἡ τελική ὅμως ἀπάντησις πρός τούτους, θά δοθῇ ὅταν τό οἰκο-δόμημα Ἑλλάς θά σταθῇ εἰς τούς πόδας του μόνον μέ τήν ἐπιστροφήν εἰς τά ὅσια, τά ἱερά καί τά πάτρια τῆς φυλῆς μας. Ἡ ὁδός πρός τήν κορυφήν τοῦ Θαβωρίου ὄρους εἶναι περιπεπατημένη, καί πᾶσα ἄλ-λη ἀτραπός ὑποδεικνυομένη ὑπό τῶν λεγομένων προοδευτικῶν τῆς ἐποχῆς, ἀπό βαράθρου εἰς βάραθρον δύναται νά ὁδηγήσῃ καί οὐχί εἰς τήν κορυφήν.Οἱ Ἕλληνες δέν εἶναι συνηθισμένοι νά κύπτουν ἐξ ἐντροπῆς τήν κεφαλήν μέ τήν πίκραν τοῦ ἡττημένου. Καθώς φαίνεται, δέν ἦλθεν ἀκόμη ἡ εὐλογημένη στιγμή νά ἀπαντήσωμεν καθώς πρέπει εἰς τούς ἐντός καί ἐκτός τῶν τειχῶν ἐχθρούς τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ἄς γνωρίζουν ὅμως, ὅτι ἡ Ἑλλάς εἶναι θεῖον βλάστημα ἀπό κατα-βολῆς κόσμου καί θά ἔχῃ πορείαν ἕως ἐσχάτων τῶν αἰώνων· τοῦτο ἔχει διατυπωθῆ ὑπό τῆς γραφίδος τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου τοῦ Θαυ-ματουργοῦ, καί τοῦτο πιστεύομεν καί ἡμεῖς.
Ἐν κατακλεῖδι τοῦ λόγου μας, εὐχόμεθα ὁλοψύχως ὅπως ἡ μετ' ὀλίγας ἡμέρας ἐπακολουθοῦσα ἐπέτειος τῆς 25ης Μαρτίου ἀναβαθμί-σῃ τήν ζωήν μας καί μᾶς ἐνισχύσῃ νά διέλθωμεν καί τό λοιπόν ἱερόν στάδιον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἐν μετανοίᾳ, ἐξομο-λογήσει, ὑγιείᾳ καί χαρᾷ.
Ἀποτίοντες καθηκόντως καί τόν ἐπιβεβλημένον φόρον τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης πρός ὅλους ἐκείνους τούς ἡρωϊκούς μας προπάτορας, ἄς εὐχηθῶμεν μυστικῶς, τό: Αἰωνία αὐτῶν ἡ μνήμη! Πρός δέ τήν κοι-νήν μας Μητέρα Κυρίαν Θεοτόκον, γονυκλινῶς προσερχόμενοι, ἄς βοήσωμεν σύν τῷ Ἀρχαγγέλῳ Γαβριήλ, τό: Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ!

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Ακολουθήστε το kalavrytanews.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Ακολουθήστε το ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ-NEWS σε Instagram, Facebook και Twitter.